-
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
-
Ρήμα
- Κλίση στην οριστική
- Πρόσωπο και αριθμός
- Χρόνος
- Φωνή
-
Έγκλιση
- Οριστική
- Konjunktiv I
- Konjunktiv II
- Προστακτική
- Ομάδες ρημάτων
- Η σύνταξη του ρήματος
- Σημασιολογικές ομάδες ρημάτων
- Κλιτοί / άκλιτοι ρηματικοί τύποι
- Ουσιαστικό
- Επίθετο
- Επίρρημα
- Άρθρο
- Αντωνυμία
- Πρόθεση
- Σύνδεσμος
- Μόριο
- Επιφώνημα
-
Ρήμα
-
ΣΥΝΤΑΞΗ
- Είδη προτάσεων
- Σύνδεση προτάσεων
- Όροι της πρότασης
- Τύποι σχηματισμού πρότασης
- Σύνταξη της πρότασης
- Η άρνηση
Το Modalverb sollen
Διαφοροποίηση μεταξύ sollen και müssen
Το Modalverb müssen εκφράζει γενικότερα μια αναγκαιότητα, ενώ το sollen μια αναγκαιότητα που προκύπτει από μια προτροπή που απευθύνεται στο υποκείμενο από κάποιον τρίτο.
Παραδείγματα | ||
Paul soll morgen Überstunden machen. | α. επειδή του το ζήτησε ο διευθυντής του |
αναγκαιότητα (προτροπή)
|
Paul muss morgen Überstunden machen. | β. επειδή θέλει να ολοκληρώσει το έργο του |
αναγκαιότητα
|
γ. επειδή χρειάζεται χρήματα |
αναγκαιότητα
|
|
δ. επειδή σήμερα ήταν άρρωστος |
αναγκαιότητα
|
Αυτό σημαίνει, ότι το müssen καλύπτει τη σημασία του sollen, όμως για να γίνει σαφές ότι πρόκειται για προτροπή απαραίτητα είναι τα συμφραζόμενα.
Παραδείγματα | ||
Paul muss morgen Überstunden machen, weil das sein Chef von ihm verlangt hat. |
=
|
Paul soll morgen Überstunden machen. |
Αν λοιπόν γίνεται σαφές από τα συμφραζόμενα ότι πρόκειται για προτροπή, τότε μπορεί το müssen να αντικαταστήσει το sollen.
Εκτός αυτού διαφέρει η ένταση της αναγκαιότητας που εκφράζεται. Το müssen εκφράζει μια πιο επιτακτική αναγκαιότητα.
Παραδείγματα | σημασία | ένταση της αναγκαιότητας |
Du sollst einkaufen gehen! | Σε προτρέπω να πας για ψώνια. | + |
Du musst einkaufen gehen! |
Δεν έχεις επιλογή. Αν δεν πας για ψώνια, θα υπάρξουν συνέπειες. |
+ + |