-
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ
-
Ρήμα
- Κλίση στην οριστική
- Πρόσωπο και αριθμός
- Χρόνος
- Φωνή
-
Έγκλιση
- Οριστική
- Konjunktiv I
- Konjunktiv II
- Προστακτική
- Ομάδες ρημάτων
- Η σύνταξη του ρήματος
- Σημασιολογικές ομάδες ρημάτων
- Κλιτοί / άκλιτοι ρηματικοί τύποι
- Ουσιαστικό
- Επίθετο
- Επίρρημα
- Άρθρο
- Αντωνυμία
- Πρόθεση
- Σύνδεσμος
- Μόριο
- Επιφώνημα
-
Ρήμα
-
ΣΥΝΤΑΞΗ
- Είδη προτάσεων
- Σύνδεση προτάσεων
- Όροι της πρότασης
- Τύποι σχηματισμού πρότασης
- Σύνταξη της πρότασης
- Η άρνηση
Το Modalverb wollen
Το wollen ως αυτόνομο ρήμα
Το Modalverb wollen χρησιμοποιείται και σαν αυτόνομο ρήμα. Τότε
α. είτε συνδέεται με μια ειδική πρόταση (dass-Satz) και διατηρεί τη σημασία της επιθυμίας, της θέλησης ή της πρόθεσης.
Σε αυτή την περίπτωση το υποκείμενο του wollen δεν είναι το υποκείμενο της ειδικής πρότασης (dass-Satz).
Παραδείγματα |
υποκείμενο του wollen
|
υποκείμενο της ειδικής πρότασης (dass-Satz)
|
Meine Frau will, dass wir wieder auf Korfu fahren. |
meine Frau
|
wir |
Ich will nicht, dass meine Schwiegermutter mitkommt. |
ich
|
meine Schwiegermutter
|
Εξαίρεση αποτελούν οι ειδικές προτάσεις (dass-Satz) με παθητική (Παράδειγμα: Ich will, dass ich respektiert werde).
β. είτε συνδέεται με ένα αντικείμενο σε αιτιατική. Η σημασία που εκφράζεται είναι η θέληση ή η επιθυμία του υποκειμένου να λάβει κάτι.
Παραδείγματα | ||
Willst du noch eine Tasse Kaffee? |
=
|
Willst du noch eine Tasse Kaffee haben? |
Sie haben keine Kinder gewollt. |
=
|
Sie haben keine Kinder haben wollen. |