Το Modalverb müssen

CA105

 

Η βασική σημασία του Modalverb müssen είναι η αναγκαιότητα.

 

Οι λόγοι που καταστούν κάτι αναγκαίο μπορεί να είναι ποικίλοι όπως για παράδειγμα μια κοινωνική σύμβαση, το καθήκον που αιθάνεται κανείς ότι έχει, ένας κανονισμός, ένας νόμος ή ένας φυσικός νόμος.

 

Παραδείγματα
Sie musste heiraten, sie war schwanger.
Ich muss hart arbeiten, um mein Ziel zu erreichen.
Hunde müssen an der Leine geführt werden.
Petra muss jeden Morgen um 8 Uhr im Büro sein.
Alle Menschen müssen sterben.

 

 

Επίσης το Modalverb müssen χρησιμοποιείται για τη διατύπωση μιας προτροπής. Σε αυτή την περίπτωση το müssen μπορεί να αντικατασταθεί από το sollen.

 

Παράδειγμα για μια προτροπή    
Du musst sofort nach Hause gehen.
=
Du sollst sofort nach Hause gehen.

 

Πρέπει να σημειωθεί ότι η διατύπωση μιας προτροπής με το müssen είναι πιο επιτακτική από αυτή με το sollen.


CA105A

Διατύπωση της απουσίας αναγκαιότητας ή της απαγόρευσης

 

Η άρνηση του müssen εκφράζει ότι κάτι (ή πιο συγκεκριμένα αυτό που εκφράζει το απαρεμφάτο) δεν είναι αναγκαίο. Συχνά χρησιμοποιείται αντί του nicht müssen η συνώνυμη έκφραση nicht brauchen. Το απαρέμφατο που συνδέεται με την έκφραση nicht brauchen συνοδεύεται από τη λέξη zu.

 

Όταν το müssen εκφράζει μια προτροπή με άρνηση, δηλαδή μια απαγόρευση ή μια εντολή να μη κάνει κανείς κάτι, τότε χρησιμοποιείται το nicht sollen ή το nicht dürfen.

 

κατάφαση
 
 
άρνηση
Du musst ihn benachrichtigen.
=
αναγκαιότητα
απουσία αναγκαιότητας
=
Du musst ihn nicht benachrichtigen.
Du brauchst ihn nicht zu benachrichtigen.
προτροπή
απαγόρευση
=
Du sollst ihn nicht benachrichtigen.
Du darfst ihn nicht benachrichtigen.

 

 

Αυτά τα ζευγάρια των ρημάτων που εκφράζουν απουσία αναγκαιότητας και απαγόρευση διαφέρουν όσον αφορά την ένταση τους.

 

απαγόρευση
απουσία αναγκαιότητας
ένταση
nicht sollen
nicht brauchen
+
nicht dürfen
nicht müssen
+ +


CA105B

Παρατηρήσεις για το "nicht brauchen + zu + απαρέμφατο"

 

Για την απουσία αναγκαιότητας ή για τη διατύπωση περιορισμένης αναγκαιότητας με τις λέξεις „bloß, nur, erst, kaum" χρησιμοποιείται συνήθως το (nicht) brauchen + zu + απαρέμφατο.


Παραδείγματα
Du brauchst mir nicht zu helfen.
Du brauchst die Suppe nicht zu essen, wenn sie dir nicht schmeckt.
Du brauchst nur anzurufen und ich komme sofort zu dir.